Πώς η επίλυση του Σκοπιανού επηρεάζει τα Βαλκάνια Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου η ανάδειξη του Μακεδονικού σε παράγοντα αποσταθεροπ...
Πώς η επίλυση του Σκοπιανού επηρεάζει τα Βαλκάνια Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου η ανάδειξη του Μακεδονικού σε παράγοντα αποσταθεροποίησης της νοτιο-ανατολικής Ευρώπης, έφερε εκ νέου στην επιφάνεια τις εγγενείς αδυναμίες του Βαλκανικού υποσυστήματος ασφαλείας: ρεβιζιονισμός, Μεγάλη Ιδέα και αδυναμία δημιουργίας μιας κοινότητας κρατών που αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής μέσα από win-win προσεγγίσεις. Αν θελήσει κανείς να δει τις παραμέτρους του Σκοπιανού, θα διαπιστώσει ότι στο θέμα αυτό εμπλέκονται δύο ακόμα βαλκανικές χώρες.
Η Βουλγαρία και η Αλβανία. Κομβικής σημασίας για τον σλαβομακεδονικό εθνικισμό, αποτελεί η Συνθήκη του Βουκουρεστίου που υπεγράφη τον Δεκέμβριο του 1913 μετά το πέρας του Δευτέρου Βαλκανικού Πολέμου. Η Συνθήκη επέφερε στην Ελλάδα και την Σερβία ποσοστά 51,5% και 38,4% επί του εδάφους της οθωμανικής Μακεδονίας αντίστοιχα, ενώ η Βουλγαρία πήρε μόλις 10,1%.Οι περισσότεροι Βούλγαροι στα τέλη του 19ου αιώνα ήταν πεπεισμένοι ότι οι σλαβόφωνοι κάτοικοι στην Μακεδονία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας –που απαρτίζονταν από τα βιλαέτια (επαρχίες) της Θεσσαλονίκης, Σκοπίων και Μοναστηρίου– ήταν ομοεθνείς τους, οι οποίοι θα έπρεπε να βρίσκονται εντός των ορίων μιας νέας «Μεγάλης Βουλγαρίας»
Η βουλγαρική παράμετρος του ζητήματος είναι λιγότερο γνωστή και αφορά τις οργανωμένες προσπάθειες αναχαίτισης φιλο-βουλγαρικών αισθημάτων στη χώρα . Ήδη από τον Ιούλιο του 2005, δέκα μη κυβερνητικοί οργανισμοί από την ΠΓΔΜ και την Βουλγαρία, με τη συμμετοχή διανοουμένων από τις δύο χώρες, δημιούργησαν την «Επιτροπή για τη Μακεδονία», ανοίγοντας γραφεία σε ευρωπαϊκές και αμερικανικές πόλεις. Στόχος της είναι να «προωθήσει τις διμερείς επαφές σε επίπεδο εκπαίδευσης, πολιτιστικών επαφών, επιστημονικών ανταλλαγών, οικονομικών σχέσεων και επαφών σε επίπεδο κομμάτων και ατόμων και να βοηθήσει τις κοινωνίες στις δύο χώρες να αποδεσμευτούν γρηγορότερα από τις ιδεολογικές προκαταλήψεις του παρελθόντος και να προσδιορίσουν το θετικό κοινό συμφέρον που θα θεμελιώσει τις σχέσεις τους στο μέλλον».
Στο παρελθόν, οι πρώην πρωθυπουργοί Γκεορκίεφσκι και Μπουκόφσκι είχαν προτείνει τον κοινό εορτασμό της εξέγερσης του Ίλιντεν από Βουλγαρία και ΠΓΔΜ. Η πρόταση προκάλεσε την μήνι ιστορικών στα Σκόπια αφού με αυτόν τον τρόπο καταρρίπτονταν η έννοια της διαφορετικότητας μεταξύ των δύο λαών και ενισχυόταν η βουλγαρική πολιτική ιστορικής και πολιτισμικής αφομοίωσης, ενώ ταυτόχρονα υπερκαλυπτόταν η εθνική ταυτότητα των κατοίκων της ΠΓΔΜ. Παράλληλα ενεργοποιήθηκε μια νέα βουλγαρική πολιτική απόδοσης της βουλγαρικής υπηκοότητας, που ανησύχησε ιδιαίτερα τα Σκόπια.
Οι προσπάθειες αυτές δεν ανέτρεψαν τις σημαντικές διαφορές ανάμεσα σε Σκόπια και Σόφια. Η αντι-βουλγαρική ρητορική μέρους του πολιτικού συστήματος της ΠΓΔΜ, αποτελεί πρόκληση για την Σόφια. Το ίδιο προκλητική θεωρήθηκε και η πρόταση, το Νοέμβριο του 2006, ομάδας βουλευτών να οικειοποιηθούν ιστορικά γεγονότα τα οποία αντιμετωπίζονται στην Σόφια ως εθνικά ιστορικά σύμβολα. Η πρόταση υπερψηφίστηκε σε δια-κομματικό επίπεδο και έκτοτε αποτέλεσε ένα από τα σημεία που οδήγησαν την Βουλγαρία στην υιοθέτηση μιας νέας πολιτικής προσέγγισης των σχέσεών της με την ΠΓΔΜ.
Η μεταβολή της βουλγαρικής πολιτικής έναντι της ΠΓΔΜ, κατέστη σαφής ήδη από το 2009, όταν ο Βούλγαρος πρόεδρος επεσήμανε ότι η στήριξη της Σόφιας στην πορεία ένταξης της ΠΓΔΜ στην ΕΕ, απαιτούσε την τήρηση κανόνων και ανάληψη δεσμεύσεων όσον αφορά την έκφραση αλυτρωτικών βλέψεων Περί τους 16.000 πολίτες της Π.Γ.Δ.Μ. σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, πήραν μετά από αίτησή τους τη Βουλγαρική υπηκοότητα για να προστεθούν στους 260.000 συμπατριώτες τους που πέρασαν τις πύλες της Βουλγαρικής Πρεσβείας στα Σκόπια, υπέγραψαν πως αυτοί και οι γονείς τους είναι Βούλγαροι και έφυγαν με το πολυπόθητο Βουλγάρικο διαβατήριο που τους επιτρέπει να μετακινούνται ως πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης – πλέον- σε όλα τα κράτη μέλη χωρίς ελέγχους και προβλήματα.
Προκειμένου να λύσουν τις διαφορές τους με την εθνική πλειοψηφία της ΠΓΔΜ και σε αντίθεση με τους Έλληνες, οι Αλβανοί αποδείχτηκαν την άνοιξη του 2001 πρόθυμοι να προβούν σε ένοπλη σύρραξη και να θέσουν σε αμφισβήτηση την ίδια την ύπαρξη της νεότευκτης δημοκρατίας. Οι συμφωνίες-πλαίσιο τις Αχρίδας, που υπεγράφησαν το καλοκαίρι του 2001, επέτρεψαν το τέλος των εχθροπραξιών και την ειρηνική συμβίωση, αλλά στη βάση αμοιβαίας καχυποψίας και ψυχολογικής ρήξης μεταξύ των δύο κοινοτήτων, έκτοτε. Ο εθνικισμός του Κίρο Γκλιγκόροφ δεν του επέτρεψε ποτέ να αποδεχτεί ότι οι Αλβανοί (περίπου το 1/3 του πληθυσμού) αποτελούσαν ισότιμο έθνος με τους Σλαβομακεδόνες.
Τα Τίρανα δεν διστάζουν να τονίσουν με κάθε τόνο ότι το αλβανικό στοιχείο της πΓΔΜ παίζει πρωτεύοντα ρόλο στη βιωσιμότητα του κρατιδίου και η ειρηνική του συνύπαρξη με τις άλλες εθνότητες και δη με τη σλαβική, είναι βασική προϋπόθεση στην πορεία αυτή. Προτρέπει μάλιστα, την αλβανική συμπολιτευόμενη και αντιπολιτευόμενη πολιτική ηγεσία να εμφανίζονται με συναινετική γλώσσα για τη διαφύλαξη των κτηθέντων εθνικών τους δικαιωμάτων και συμφερόντων (που κυρίως απορρέουν από τη Συμφωνία της Οχρίδας)
premium.paratiritis.gr