Η Ρουθ Άιζεμαν-Σιρ μπορεί να μην έδειχνε ότι ανήκε στη λίστα των «Δέκα Πιο Καταζητούμενων Φυγάδων» του FBI, όμως μετά την απαγωγή της κό...
Στις 17 Δεκεμβρίου 1968, η Άιζεμαν-Σιρ και ο συνεργός της, Γκάρι Στίβεν Κριστ, πρώην κατάδικος, απήγαγαν τη Μπάρμπαρα Μάκλ, 20 ετών, από το δωμάτιο του μοτέλ όπου έμενε με τη μητέρα της στο Ντέκατουρ της Τζόρτζια.
Η Άιζεμαν-Σιρ είχε μεταμφιεστεί σε άνδρα, ενώ ο Κριστ υποδυόταν έναν αστυνομικό για να αποκτήσουν πρόσβαση στο δωμάτιο. Μόλις μπήκαν μέσα, φίμωσαν τη μητέρα της Μπάρμπαρα και ανάγκασαν τη νεαρή να τους ακολουθήσει.
Στη συνέχεια, την έθαψαν ζωντανή μέσα σε ένα φέρετρο, το οποίο διέθετε σωλήνες αερισμού, έναν ανεμιστήρα και λίγη τροφή, σε έναν ρηχό τάφο μέσα σε δάσος έξω από την Ατλάντα.
Ο Κριστ και η Άιζεμαν-Σιρ ζήτησαν τότε λύτρα 500.000 δολαρίων από τον πατέρα της Μπάρμπαρα, Ρόμπερτ Μάκλ, πλούσιο επιχειρηματία ακινήτων από τη Φλόριντα.
Αφού τα λύτρα καταβλήθηκαν, η αστυνομία εντόπισε τα χρήματα κατά τη διάρκεια μιας τυχαίας περιπολίας, όταν είδε έναν άνδρα να κουβαλά μια μεγάλη τσάντα. Όταν του ζήτησαν να σταματήσει για έλεγχο, εκείνος πέταξε την τσάντα και το έβαλε στα πόδια.
Τον ίδιο μήνα εκδόθηκαν ομοσπονδιακά εντάλματα σύλληψης για την Άιζεμαν-Σιρ και τον Κριστ. Το ζευγάρι είχε ήδη χωρίσει μετά την απαγωγή: ο Κριστ συνελήφθη στη Φλόριντα, ενώ η Άιζεμαν-Σιρ είχε διαφύγει στο Νόρμαν της Οκλαχόμα, όπου προσπάθησε να αναμειχθεί με την τοπική κοινωνία.
Χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Ντόνα Γουίλς, παρουσιάστηκε ως 19χρονη φοιτήτρια με οικονομικά προβλήματα στο Πανεπιστήμιο της Οκλαχόμα. Υπέβαλε αίτηση για δουλειά στο Κεντρικό Κρατικό Ψυχιατρικό Νοσοκομείο, όπου οι υποψήφιοι έπρεπε να καταθέσουν δακτυλικά αποτυπώματα. Μια υπάλληλος του Γραφείου Αναγνώρισης της Οκλαχόμα διαπίστωσε ότι τα αποτυπώματα ταίριαζαν με εκείνα της καταζητούμενης Ρουθ Άιζεμαν-Σιρ και ειδοποίησε τις αρχές.
Η Ρουθ βρισκόταν στην Οκλαχόμα μόλις τρεις εβδομάδες όταν συνελήφθη ενώ εργαζόταν ως σερβιτόρα στο δημοφιλές εστιατόριο Boomerang. Αμέσως παραδέχτηκε την ταυτότητά της, προκαλώντας σοκ στους ανθρώπους που την ήξεραν ως ευγενική και ντροπαλή «Ντόνα Γουίλς».
Φαίνεται πως είχε προαισθανθεί τη σύλληψή της, αφού είχε αφήσει σημειώματα αποχαιρετισμού μαζί με δανεισμένα αντικείμενα στο διαμέρισμά της και είχε ενημερώσει τον εργοδότη της ότι «θα έφευγε σύντομα».
Η Ρουθ Άιζεμαν-Σιρ και ο Γκάρι Στίβεν Κριστ αντιμετώπισαν τρεις ομοσπονδιακές κατηγορίες όταν οδηγήθηκαν στο δικαστήριο.
Ο Κριστ καταδικάστηκε και του επιβλήθηκε ισόβια κάθειρξη, όμως αποφυλακίστηκε υπό όρους μετά από δέκα χρόνια.
Η Άιζεμαν-Σιρ κρίθηκε επίσης ένοχη και καταδικάστηκε σε επταετή φυλάκιση, αλλά αποφυλακίστηκε μετά από τέσσερα χρόνια, έχοντας εκτίσει μέρος της ποινής της, και στη συνέχεια απελάθηκε στη γενέτειρά της, την Ονδούρα.


