Βέβαια, τις επιλογές μας πάντα τις πληρώνουμε, έστω και αν έγιναν την περίοδο της νεαρής ηλικίας μας, τότε που μας έλεγαν ότι μαθαίνουμε...
Βέβαια, τις επιλογές μας πάντα τις πληρώνουμε, έστω και αν έγιναν την περίοδο της νεαρής ηλικίας μας, τότε που μας έλεγαν ότι μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Και φτάσαμε σχεδόν μεσήλικες να μας χτυπούν αυτά τα λάθη της νεότητας με το αμίμητο, «εγώ σου τα ‘λεγα»!
Και τράβα τώρα εσύ να ρωτήσεις, «τι μου έλεγες», όταν από την ώρα που άρχισες να καταλαβαίνεις τον εαυτό σου δεν άκουγες τίποτα άλλο από κατάρες συνοδευόμενες από τις απαραίτητες μπάφλες, [κοινώς, σφαλιάρες], που προς στιγμή νόμιζες ότι όχι μόνο ο ουρανός έπεσε στο κεφάλι σου αλλά μαζί του και όλα τα αστέρια να στήνουν τρελό χορό γύρω από τα μάτια σου.
Είναι αυτό που λένε, «είδα τον ουρανό με τ άστρα»!
Και όπως είπε ο Γούντι Άλεν , «ο πατέρας μου με έχει δείρει μόνο μια φορά. Άρχισε τον Σεπτέμβριο του 1945 και τελείωσε τον Μάρτιο του 1956».
Αλλά το δικό σου καλό δεν είναι καλό, καλό είναι μόνο αυτό που σου λένε οι γονείς σου, διότι ως μεγαλύτεροι αυτοί μόνο γνωρίζουν τι είναι το καλύτερο για σένα κι εν τέλει δεν βγάζεις άκρη και χέσε μέσα Πολυχρόνη που γίναμε Ευζώνοι, ή αλλιώς, άλλα λόγια να αγαπιόμαστε. Και κάτσε σαν τον μαλάκα να αναρωτιέσαι τι συμβαίνει στη ζωή σου, κι όταν φτάνει η στιγμή που νιώθεις πολύ μπερδεμένος αναρωτώμενος που στο διάτανο τραβάς και θες μια παρηγοριά ν’ ακούσεις από έναν δικό σου άνθρωπο, τότε θυμούνται τα νεανικά σου λάθη καταλήγοντας στο ίδιο πάντα συμπέρασμα, «εγώ σου τα ‘λεγα».
Για άλλη μια φορά στέκεσαι σαν τον μαλάκα να προσπαθείς να συνειδητοποιήσεις τι ακριβώς σου έλεγαν οι ευλογημένοι και πόσο ηλίθιος ήσουν που δεν καταλάβαινες γιατί βρισκόσουν στην κοσμάρα σου κι έτσι αποφασίζεις πως η μόνη λύση για να γλυτώσεις απ’ όλα είναι να πας στη γέφυρα του Ρίου-Αντιρρίου και ως άλλος μυθικός Ίκαρος να πετάξεις έχοντας την βεβαιότητα πως αντί να τραβήξεις ψηλά να βρεις τον Θεό σου θα καταλήξεις στον πάτο της θάλασσας και ώρα είναι να σου τραγουδούν τα ψάρια το, «καλά σου τα λέγαν».
Η συνάντηση με τον Θεό σίγουρα θα γίνει, μα δια της τεθλασμένης οδού κι επομένως αφού τα ψάρια είναι μόνο για να τα τρώμε και όχι να μας τραγουδούν, αναβάλλεις το πέταγμα και ξαναγυρνάς στο, «έχει ο Θεός και για μας», που τελικά τα μαύρα του χάλια έχει κι Εκείνος. Διότι τι να σου κάνει και ο Πανάγαθος με αυτά που βλέπει να κάνουν οι άνθρωποι, τους οποίους έκανε καθ’ εικόνα και ομοίωσή Του;
«Ένας Θεός είναι αυτός και τι να πρωτοκάνει, ποιον πικραμένο να σκεφτεί και ποια πληγή να γιάνει», όπως λέει μια μαντινάδα. Έτσι, γύρισε το κεφάλι του απελπισμένος και τράβηξε σε άλλες παραλίες μπας και ησυχάσει ο έρμος από την απίστευτη βλακεία που δέρνει το ανθρώπινο είδος. Εξάλλου, το είχε πει ο Ιταλός κινηματογραφικός σκηνοθέτης, Φεντερίκο Φελίνι: «Αν είχα φτιάξει έναν κόσμο σαν τον Θεό, θα τον άφηνα κι εγώ στη τύχη του».
Σου λέει, επομένως, ο καλός Θεούλης: «Τι σεισμούς τους έριξα, τι καταποντισμούς, τι κεραυνούς και καυτές λάβες από εκρηγνύοντα ηφαίστεια, όμως αυτοί δεν καταλαβαίνουν τον Θεό τους και συνεχίζουν με αμείωτο ενδιαφέρον την μαλακία τους». Και μετανιώνει που έστειλε τον μονάκριβο Υιό του να τους σώσει, διότι όπως είπε ο Άγγλος συγγραφέας και κριτικός, Γκ. Κ. Τσέτσερτον , «όποιος πιστεύει πως ο Χριστός κατέβηκε με την θέλησή του στη γη, δεν γνωρίζει καθόλου τον πατέρα του».
Κι αφού τον πρώτο καιρό τον δόξαζαν και τον επευφημούσαν, στο τέλος τον Σταύρωσαν διότι τα περί αγάπης και σωτηρίας της ψυχής που διαλαλούσε ήταν έννοιες άγνωστες στις κοινωνίες που είχαν δομήσει, όπου έχανε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα και μέσα σε όλη αυτή την αναμπουμπούλα ο πατέρας λυπημένος έβρισκε παρηγοριά στην αγκαλιά της κουμπάρας ή της ξαδέλφης κι εκεί που έχασαν τον γάιδαρο τους πήραν και το σαμάρι. Όχι ότι πέρναγαν άσχημα, για να λέμε του στραβού το δίκιο και κάτι περισσότερο θα ήξερε η Αμερικανίδα ηθοποιός και τραγουδίστρια, Μπάρμπαρα Στρέιζαντ, όταν έλεγε, «θα έπρεπε να μπορούσαμε να κάνουμε διακοπές στα Σόδομα και Γόμορρα».
Και σε μια ύστατη προσπάθεια μήπως και μεις οι ανεγκέφαλοι συνετιστούμε, ο καλός Θεούλης, έστειλε έναν Χίτλερ στη γη, να σκοτώσει μερικά εκατομμύρια ανθρώπων που μάλλον περίσσευαν, για να έρθουν μετά οι σωτήρες να μας απαλλάξουν από τον Χίτλερ σκοτώνοντας και καταστρέφοντας ότι είχε απομείνει.
Όμως, σαν να μην έφτανε μόνο αυτό, προχώρησαν και παραπέρα. Για να διατηρηθεί η ειρήνη, χώρισαν τον κόσμο σε ανατολή και δύση, για να συνεχίσουν ανενόχλητοι τον βιασμό του στο όνομά της. Διότι στο όνομα της ειρήνης γίνονται τα μεγαλύτερα εγκλήματα και οι πόλεμοι συνεχίζονται γιατί οι πολεμικές βιομηχανίες κάπως πρέπει να ξοδεύουν τη συσσωρευμένη παραγωγή τους και άνθρωποι εκμεταλλεύονται άλλους ανθρώπους και άνθρωποι πεθαίνουν από την πείνα και την δίψα και η ζωή εν τέλει μια χαρά συνεχίζεται, αφού όπως προείπαμε πάντα συνεχίζεται.
Κι εμείς που παρακολουθούμε από τις τηλεοράσεις το δράμα των προσφύγων που χωρίς λόγο ξεριζώθηκαν από τις πατρίδες τους ή τα παιδάκια να πεθαίνουν τουμπανιασμένα από την πείνα, λυπόμαστε, αλλά με την κοιλιά γεμάτη και χορτάτη. Πολύ σοφά ο Μαγκρέπ είπε, «η γεμάτη κοιλιά κοροϊδεύει την αδειανή».
Κι αφού ο καλός Θεός δεν έχει καμιά διάθεση να σώσει το ανθρώπινο είδος ανέλαβαν το θεάρεστο έργο οι πολιτικοί μαζί με τους μητροπολίτες [και λοιπούς παπάδες], επειδή είναι γνωστό πως δεν νοείται να είσαι πολιτικός αν δεν πάρεις την ευχή του μητροπολίτη της ενορίας σου.
Με την ευκαιρία, θα ήθελα να θέσω έναν θρησκευτικό προβληματισμό μου: Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω πως είναι δυνατό με τόσες, υποτιθέμενες, νηστείες και προσευχές οι «Άγιοι Πατέρες» να έχουν τόσο βάρος. Τι στο καλό; Σαμπρέλες είναι που φουσκώνουν με αέρα;
Εν πάση περιπτώσει, ακόμη ένα αναπάντητο θρησκευτικό μου ερώτημα και όπως λένε, «πίστευε και μη ερεύνα», που βέβαια μια παπαριά και μισή είναι, αφού αν δεν ερευνούσαμε θα ζούσαμε ακόμα σε σπηλιές και οι αρρώστιες δεν θα έβρισκαν ποτέ την γιατρειά τους.
[Απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο μου "Ομορφος Κόσμος"]