Η ραγδαία ανάπτυξη του ίντερνετ έχει, αναμφισβήτητα, οδηγήσει σε μια ολοένα και μεγαλύτερη συρρίκνωση των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης ...
Η ραγδαία ανάπτυξη του ίντερνετ έχει, αναμφισβήτητα, οδηγήσει σε μια ολοένα και μεγαλύτερη συρρίκνωση των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης [εφημερίδες-τηλεόραση-ραδιόφωνο], με τους ιδιοκτήτες-επιχειρηματίες ν’ αντιμετωπίζουν μεγάλα οικονομικά προβλήματα και μ’ ένα μέλλον αβέβαιο.
Φυσικά, η όποια πανωλεθρία έχει τους λόγους της που συνέβη και η κατάσταση φαντάζει μη αναστρέψιμη.
Καταρχάς, η ενημέρωση πλέον έχει γίνει πιο έγκυρη, πιο έγκαιρη και πολύπλευρη. Η εποχή όπου –ιδιαίτερα στην επαρχία- μία εφημερίδα παρουσίαζε τα πολιτικά, κυρίως, γεγονότα όπως αυτή ήθελε, πέρασε ανεπιστρεπτί.
Σήμερα, με την πληθώρα τον site που υπάρχουν, μια είδηση μπορεί να διασταυρωθεί από πολλές πλευρές και ο αναγνώστης να διαμορφώσει μια πολύ καλύτερη εικόνα. Επίσης, η πληθώρα των θεμάτων που σε κάθε site υπάρχει, είναι αδύνατον για μια εφημερίδα, με τις περιορισμένες σελίδες ή ακόμη κι ένα δελτίο ειδήσεων μέσα σε ένα περιορισμένο χρονικό πλαίσιο, να τα παρουσιάσουν.
Ομως, το πιο βασικό είναι πως τα site έχουν τη δυνατότητα να παρουσιάσουν την είδηση την ώρα που συμβαίνει και όχι την… επομένη όπως συμβαίνει με τις εφημερίδες, ή αργά το απόγευμα μέσω ενός δελτίου ειδήσεων.
Σήμερα, ακόμη κι εκπομπές που έχουν χρόνια στο… κουρμπέτι προσπαθούν με τρικ να διατηρήσουν μια κάπως αξιοπρεπή παρουσία, ή οι εφημερίδες να διατηρήσουν μια αξιοπρεπή αναγνωσιμότητα μόνο και μόνο για να υπάρχουν. Ετσι, με πολύ μεγάλες προσφορές προσπαθούν να κρατήσουν ένα κοινό το οποίο στο μεγαλύτερο ποσοστό ήδη τους έχει γυρίσει την πλάτη.
Τα διάφορα παιχνίδια που έπαιζαν για χρόνια στις πλάτες των αναγνωστών-τηλεθεατών, με τις συμφωνίες, κυρίως με πολιτικά πρόσωπα κάτω από το τραπέζι, πέρασαν πια. Και οι υπαίτιοι «τιμωρούνται» από ένα κόσμο που κουράστηκε να διαβάζει ή να ακούει τα γεγονότα όπως βόλευε τους ιδιοκτήτες-επιχειρηματίες των οποίων η μόνη έννοια ήταν το πώς θα βγάλουν περισσότερα χρήματα εις βάρος της ενημέρωσης.
Στην αρχή η αντίδραση των εφημεριδάδων και ιδιοκτητών-επιχειρηματιών ήταν ψύχραιμη, καθώς κανείς δεν πίστευε ότι το ιντερνέτ θα κέρδιζε τόσο έδαφος ώστε να ενδιαφερθούν τόσοι άνθρωποι –με μόνη εξαίρεση κάποιους ρομαντικούς οι οποίοι σπανίως λαμβάνονται σοβαρά υπ’ όψιν.
Σήμερα, όμως, παρατηρείται ένα ακόμη πολύ σημαντικό γεγονός: Ότι τα site έχουν χιλιάδες αναγνώστες, ενώ οι εφημερίδες και μάλιστα αυτές που έχουν χρόνια στο… κουρμπέτι, φυτοζωούν πουλώντας καμιά 500αριά όλα κι όλα φύλλα, αλλά επιμένοντας να θέλουν να διαμορφώνουν το πολιτικό σκηνικό όπως βολεύει τους ιδιοκτήτες τους-επιχειρηματίες.
Σε αυτό το… χάλι, δυστυχώς, συμβάλλουν θεσμικά πρόσωπα τα οποία συχνά-πυκνά χρηματοδοτούν [άραγε από ποιους πόρους;] τις φυλλάδες για να «παίζουν» οι ίδιοι στις σελίδες τους.
Το πρόβλημα έρχεται από πολύ παλιά. Ποιος θυμάται τον εν αποστρατεία σήμερα πρώην υπουργό μέσα στη Βουλή που ανέφερε ότι του ζητούσαν ένα ποσό της τάξης –τότε- των 15 εκατομμυρίων δραχμών για να «παίζει» στα τοπικά μέσα του Νομού που εκλεγόταν;
Εκείνη την περίοδο, βέβαια, προκλήθηκε σάλος με την δήλωση του πολιτικού που για λίγο «έπαιξε» στα πανελλήνιας εμβέλειας μέσα ενημέρωσης αλλά γρήγορα έσβησε σαν ένα πυροτέχνημα που διαρκεί λίγο, επειδή κανέναν δεν συνέφερε αυτές οι αποκαλύψεις. Φυσικά, σχεδόν ίδια γεγονότα συνέβησαν και πολύ αργότερα, με διαφορετική μορφή...
Το ζήτημα είναι πως ο κόσμος και ιδιαίτερα οι πολίτες μέχρι 50-55 ετών, που συνήθως διαμορφώνουν και το πολιτικό σκηνικό, έχει αποτραβηχτεί από τα λεγόμενα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης ρίχνοντας το βάρος της ενημέρωσής τους στο διαδίκτυο. Γι αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι κολοσσοί Αμερικής κι Ευρώπης έκλεισαν τα έντυπά τους και στράφηκαν πλέον στην ηλεκτρονική ενημέρωση!