ΣΕΦΝΕ-ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΚΟΡΙΝΑ* Η αρτηριακή υπέρταση είναι μια συνηθισμένη χρόνια πάθηση που αντιμετωπίζεται από γιατρούς πρωτ...
ΣΕΦΝΕ-ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΚΟΡΙΝΑ*
Η αρτηριακή υπέρταση είναι μια συνηθισμένη χρόνια πάθηση που αντιμετωπίζεται από γιατρούς πρωτοβάθμιας περίθαλψης και άλλους επαγγελματίες υγείας.
Πρακτικά είναι η αύξηση της αρτηριακής πίεσης – ΑΠ (της πίεσης του αίματος που κυκλοφορεί στις αρτηρίες) σε επίπεδα που μακροχρονίως συνεπάγονται αύξηση των καρδιαγγειακών συμβαμάτων (αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, στηθάγχη ,έμφραγμα κ.α). Όσο υψηλότερη είναι η συστολική ( μεγάλη ) και/ή η διαστολική ( μικρή ) πίεση, τόσο αυξάνει και ο κίνδυνος.
Μάλιστα για κάθε αύξηση 20 mmHg για την συστολική ΑΠ ή 10 mmHg για την διαστολική ΑΠ πάνω από το 115/75 mmHg ο καρδιαγγειακός κίνδυνος διπλασιάζεται. Η ταξινόμηση των επιπέδων της ΑΠ έχει αλλάξει ώστε πλέον από το 2018 η βέλτιστη ΑΠ να θεωρείται κάτω από 120/80 mmHg και συνιστάται έναρξη της φαρμακευτικής αγώγης ακόμα και από 130-139 mmHg για την συστολική ΑΠ και 80-89 mmHg για την διαστολική ΑΠ σε ασθενείς οι οποιοι είναι υψήλου καρδιαγγειακού κινδύνου.
Η σωστή διάγνωση και η σταδιοποίηση της ΑΠ γίνεται με επαναλαμβανόμενες μετρήσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να χρήζει και 24ώρη καταγραφή με Holter ΑΠ. Η αξιολόγηση του ασθενούς με αρτηριακή υπέρταση αρχίζει με ένα λεπτομερές ιατρικό ιστορικό συμπεριλαμβανομένου του οικογενειακού ιστορικού, φυσική εξέταση, εργαστηριακές εξετάσεις και ηλεκτροκαρδιογράφημα 12 απαγωγών.
Η επίτευξη των στόχων της ΑΠ, απαιτεί το συνδυασμό υγιεινοδιαιτητικών μέτρων και φαρμακευτικής αγωγής. Ο περιορισμός της πρόσληψης άλατος, η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, η διατήρηση του σωματικού βάρους στα φυσιολογικά επίπεδα, η αεροβική άσκηση μέτριας έντασης, η διακοπή καπνίσματος, η διατροφή πλουσια σε λαχανικά, προιόντα με χαμήλα λιπαρά, φυτικές ίνες και πρωτείνες φυτικής προέλευσης αποτελλούν ακρογωνιαίο λίθο της θεραπευτικής αντιμετώπησης της αρτηριακής υπέρτασης. Αυτές οι στρατηγικές είναι επωφελείς και στην αντιμετώπιση των περισσοτέρων καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου εκτός από την συνεισφορά τους στη θεραπεία της υπέρτασης.
Η φαρμακευτική αγωγή πρέπει να ξεκινά αμέσως μετά τη διάγνωση σε υπερτασικούς ασθενείς σταδίου II με ΑΠ μεγαλύτερη ή ίση με 160/100 mmHg ή σε ασθένεις υψήλου καρδιαγγειακού κινδύνου, χωρίς να περιμένουμε να δούμε τα αποτελέσματα των αλλαγών στον τρόπο ζωής του ασθενούς.
Η επιλογή της φαρμακευτικής αγωγής εξατομικεύεται διότι υπάρχουν ορισμένες κατηγορίες φαρμάκων τα οποια φαινόνται να έχουν ιδιαίτερα ευνοίκή επίδραση σε συγκεκριμένους παραμέτρους καρδειαγγεακής η νεφρικής βλάβης. Ωστόσο, ολές οι κατηγορίες αντιυπερτασικών φαρμάκων είναι κατάλληλες για την έναρξη ή για την συνέχιση της φαρμακευτικής αγωγής επειδή τα κύρια οφέλη της φαρμακευτικής αγωγής προκύπτουν από τη μείωση της ΑΠ. Είναι σημαντικό να ενημερώνονται οι ασθενείς ότι η αντιυπερτασική αγωγή απαιτείται δια βίου και ότι μόνο μέχρι την επίτευξη του στόχου .
Η αντιμετώπιση του προβλήματος της υπέρτασης σε επίπεδο πληθυσμού συναντά ως εμπόδιο τις λανθασμένες αντιλήψεις που έχουν από χρόνια επικρατήσει στο κοινό. Ορισμένες απο αυτές θα συζητήσουμε παρακάτω.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος από την υπέρταση είναι ο κίνδυνος να πάθει ο άρρωστος εγκεφαλικό επεισόδιο από την απότομη αύξηση της αρτηριακής του πίεσης. Ο κίνδυνος αυτός είναι πολύ μικρός. Στην πλειονότητά των περιπτώσεων, το εγκεφαλικό επεισόδιο προκαλείται από απόφραξη εγκεφαλικής αρτηρίας και οι υψηλές τιμές της ΑΠ αντιπροσωπεύουν την αντιρρόπηση της καρδιάς στην ισχαιμία που προκαλείται στον εγκέφαλο.
Επικίνδυνη είναι η αύξηση της διαστολικής ("μικρής") κυρίως και όχι τόσο της συστολικής ("μεγάλης") πίεσης. Από πολλές μελέτες είχε αποδειχθεί ότι η αύξηση της συστολικής ("μεγάλης") πίεσης αποτελεί παράγοντα κινδύνου για νόσο της καρδιάς και των αγγείων εξίσου σημαντικό με, αν όχι σημαντικότερο από, την αύξηση της διαστολικής ("μικρής") πίεσης
Σε ελαφριές περιπτώσεις υπέρτασης αρκεί η περιστασιακή χορήγηση ορισμένων αντιϋπερτασικών φαρμάκων (π.χ., διουρητικών) δυο ή τρεις φορές την εβδομάδα. Ένα άτομο ή είναι υπερτασικό ή δεν είναι. Αν είναι υπερτασικό, πρέπει να παίρνει ένα φάρμακο τόσο συχνά, όσο χρειάζεται για να εξασφαλίζεται καθημερινή δράση σε 24ωρη βάση, άρα τουλάχιστον μια φορά την ημέρα. Αν δεν είναι υπερτασικό, τότε δεν χρειάζεται να παίρνει καθόλου αντιϋπερτασικά φάρμακα. Σε ελαφρές μορφές υπέρτασης βέβαια (σταδίου Ι), πιθανώς να αρκούν τα υγιεινοδιαιτητικά μέτρα εφόσον εφαρμόζονται σωστά
Ο υπερτασικός είναι σε θέση να `καταλαβαίνει' πότε ανεβαίνει η πίεσή του με βάση τα συμπτώματα που του προκαλεί. Δεν έχει αποδειχθεί συσχέτιση του ύψους της αρτηριακής πίεσης με την εμφάνιση συμπτωμάτων, όπως είναι ο πονοκέφαλος ή η ζάλη κλπ. Η λανθασμένη αντίληψη ότι η αύξηση της αρτηριακής πίεσης γίνεται αισθητή οδηγεί σε περιστασιακή λήψη φαρμάκων βασισμένη στα συμπτώματα, ενώ το σωστό είναι να εφαρμόζεται σταθερή θεραπεία όταν διαπιστώνονται αυξημένες τιμές πίεσης σε μετρήσεις ανεξάρτητες από την παρουσία συμπτωμάτων.
Η αντιϋπερτασική θεραπεία εξαλείφει όλον τον κίνδυνο να πάθω έμφραγμα ή εγκεφαλικό Η αντιϋπερτασική αγωγή εξαλείφει (σε μεγάλο βαθμό) τον κίνδυνο που προκαλεί η υπέρταση. Όταν όμως συνυπάρχουν και άλλοι παράγοντες κινδύνου στο άτομο (κάπνισμα, σακχαρώδης διαβήτης, υπερλιπιδαιμία, παχυσαρκία, καθιστική ζωή κλπ) πρέπει το άτομο να καταπολεμά κάθε έναν ξεχωριστά και αποτελεσματικά, ώστε να έχει τη μέγιστη δυνατή ωφέλεια από την ιατρική παρέμβαση.
Σε κάθε περίπτωση η ορθή και μακροχρόνια ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης απαιτεί μια καλή συνεργασία μεταξύ του θεράποντος ιατρού και του ασθενή, έχοντας ως βάση τόσο τη σωστή αρχική διάγνωση, όσο και την συνεχή ενημέρωση και καθοδήγησή του.
ΣΕΦΝΕ-ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΚΟΡΙΝΑ
ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΣ
ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ
ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ 23 (ΑΝΩΘΕΝ ΚΤΕΛ) ΑΜΑΛΙΑΔΑ
Τηλ.2622022820 Κιν 6970380525
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο 13ο φύλλο της εφημερίδας "Ο Πολίτης της Ηλείας"