Μετρήθηκαν, στοιχήθηκαν, προσκύνησαν. Η ανθρωπογεωγραφία τους. Ήταν αναμενόμενο ότι θα συμβεί. Ίσως και χρήσιμο. Γιατί, όσο κι αν το...
Ήταν αναμενόμενο ότι θα συμβεί. Ίσως και χρήσιμο.
Γιατί, όσο κι αν το αρνούνται όσοι πήγαν στο άλλο άκρο κι επιδόθηκαν σε μια υπερ-αριστερή performance αυτές τις μέρες, με το θάνατου του Κωνσταντίνου Γλύξμπουργκ όντως έκλεισε ένας κύκλος, μιας και ήταν το τελευταίο πρόσωπο που συνδεόταν με τη μοναρχία στην Ελλάδα και τις πολιτικά ταραγμένες δεκαετίες του ‘60 και του ‘70.
Μέσα στην ακατάσχετη περιρρέουσα ανοησία της τελευταίας εβδομάδας και τους χωρίς νόημα διαξιφισμούς στα σόσιαλ, υπήρξαν - από διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες - μερικά σπουδαία κείμενα απολογισμού και ιστορικού αναστοχασμού που σπανίζουν σε μια χώρα που είναι τσακωμένη με την ιστορία της, ιδιαίτερα την πρόσφατη. Ή απλά την φοβάται, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό που (δε) γίνεται στην εκπαίδευση.
‘Ηταν αναμενόμενο φυσικά, ότι θα ανοίξουν και οι ασκοί του αναθεωρητισμού. Ό,τι θα ξανασυζητήσουμε πράγματα που θεωρητικά τα είχαμε λυμένα. Με τον πιο εμφατικό τρόπο, μάλιστα. Με το δημοψήφισμα τον Δεκέμβριο του 1974, όταν με σχεδόν 70% οι Έλληνες έβαλαν για πάντα ένα «τέως» πριν το όνομά του Κωνσταντίνου. (Από το στόμα του αρχιεπίσκοπου Ιερώνυμου και των 12 μητροπολιτών βέβαια χθες στη νεκρώσιμη ακούστηκε το «βασιλέας ημών»…ξέρω, πάντα υπάρχει κάποιο πρωτόκολλο που δικαιολογεί, από την άλλη ίσως κι εκείνοι «διάβαζαν» τις επίμαχες δεκαετίες.)
Βέβαια, η άρον άρον περιποίηση/παραχώρηση του Τατοΐου, η διευκόλυνση του σόου στη Μητρόπολη και φυσικά η παρουσία αρκετών στελεχών της ΝΔ στην κηδεία πέρασε μήνυμα σε προεκλογική περίοδο. Κι αν περιμέναμε να δούμε τον Βορίδη, αν φανταζόμασταν ότι θα δούμε τον πρώην Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά (μετά την αυστηρή δήλωση που έβαλε στη θέση του τον Κυριάκο Μητσοτάκη), πώς αλλιώς, εκτός από ψηφοθηρικά, να εξηγήσει κανείς την παρουσία των μετριοπαθών Κουμουτσάκου κι Ασημακοπούλου, το στεφάνι του Αβραμόπουλου και την ενισχυμένη θεσμική εκπροσώπηση εκτός από Μενδώνη και με Πικραμένο;
Κι εκείνοι που πάντα ήταν δεξιοί, απλά έκαναν rebranding γιατί το «φιλελεύθερος» ακούγεται καλύτερα. Αμφότεροι αποδείχθηκαν «βασιλικότεροι του βασιλέως» (intended όλα τα puns) καλώντας τον Πρωθυπουργό να σταματήσει «να δίνει εξετάσεις στην Αριστερα» και ζητώντας από τους υπόλοιπους να είμαστε υπεράνω μπροστά στον θάνατο, «η δημοκρατία μας δεν κινδυνεύει». (Την ίδια στιγμή που δυσκολεύονται να είναι υπεράνω π.χ. στη συνύπαρξη Ξαρχάκου-Κουτσούμπα πριν λίγα 24ωρα στο ΣΕΦ.)
Έπειτα, ήταν και οι «μοναρχοφασαίοι».
Με απολιτίκ αφετηρία ήθελαν να το ζήσουν «όπως Ελισάβετ». Με ζωντανές συνδέσεις, πληροφορίες για ντυσίματα και μενού, κάμερες να περιμένουν έξω από τα ξενοδοχεία, χειροκροτήματα σε σελέμπριτι β’ κατηγορίας. Ήταν εκεί, στις οθόνες τους, για το γενικότερο royal τζέρτζελο. «Έτσι κι αλλιώς, υπήρξε αρχηγός κράτους», η δικαιολογία που προχωρά σε άλματα πολιτικής λογικής κάνοντας αδόκιμες συνδέσεις με την Σκανδιναβία («που έχουν και βασιλιά, και είναι και προοδευτικοί») κι εντελώς άστοχες με τη Μεγάλη Βρετανία, επιλέγοντας να αγνοούν ότι εκεί ο θεσμός, καλώς ή κακώς, ήταν ενεργός.
Κι όχι πολιτικά παρεμβατικός εδώ και δεκαετίες, σίγουρα όχι σε βαθμό να ανατρέπει εκλεγμένες κυβερνήσεις όπως έκανε το παλάτι εδώ το 1965.
Τέλος, είναι και οι νοσταλγοί. Σε αντίθεση με τους παραπάνω, έδωσαν το παρών και στην κανονική τελετή, όχι μόνο στις λιτανείες των σόσιαλ. Τους είδαμε χθες σε δεκάδες φωτογραφίες που γίνονται ήδη εκατοντάδες memes.
Κατά βάση ανθρωποι ηλικιωμένοι που θέλουν να γυρίσουν σε ένα απροσδιόριστο παρελθόν που «όλα ήταν καλύτερα και πιο τακτοποιημένα», νεότεροι θυμωμένοι και αντιδραστικοί (κατά φαντασίαν αντισυστημικοί) που αναπολούν την αυθεντικότητα «του παλιού αυταρχισμού του ορθόδοξου», και φυσικά οι ενορχηστρωτές Ελλαδέμποροι που για να παραμείνουν στα πράγματα έχουν ανάγκη από φιέστες σαν την χθεσινή.
Υπήρξαν κομμάτι των Αγανακτισμένων, σημαίες ανάμεσα σε ετερόκλητο πλήθος. Έκαναν το πριβέ πάρτι τους ως Μακεδονομάχοι με τους ίδιους πολιτικούς λίγο πολύ παρόντες στα συλλαλητήρια-μασκέ.