Στις μέρες μας δύσκολα πια θα βρει κανείς ένα ποτάμι στο οποίο να διατηρείται η αρχέγονη εικόνα του "άγριου ποταμού" με σπάνια ε...
Στις μέρες μας δύσκολα πια θα βρει κανείς ένα ποτάμι στο οποίο να διατηρείται η αρχέγονη εικόνα του "άγριου ποταμού" με σπάνια είδη ζώων και φυτών και μεγαλειώδη τοπία. Εξαίρεση είναι ο Αώς, στην Ηπειρο. Πρόκειται για ένα ποτάμι που είναι σήμερα σχεδόν όπως ήταν και πριν από αιώνες, ιδιαίτερα σημαντικό από οικολογική και αισθητική άποψη, που αξίζει να προστατευτεί.
Κυλά ανάμεσα σε δύο από τους σημαντικότερους ορεινούς όγκους της Βόρειας Πίνδου, έχοντας στ' αριστερά του την Γκαμήλα και τα μικρότερα βουνά που την ενώνουν με τα όρη της Βάλια Κάλντα και στα δεξιά του το Λύγκο, τη Βασιλίτσα, το Σμόλικα και την Τραπεζίτσα.
Διασχίζοντας τις ορεινές κοιλάδες πλήθος παραποτάμων, όπως το Αρκουδόρεμα της Βάλια Κάλντα, ο Καταρράκτης και ο Ρασενίτης, τον τροφοδοτούν.
Από τον κάμπο της Κόνιτσας μέχρι τα ελληνοαλβανικά σύνορα, συμβάλλουν σ' αυτόν ο Βοϊδομάτης, ο Σαραντόπορος και άλλα μικρότερα ρέματα. Πρόκειται για τον Αώο, το κεντρικό ποτάμι της οροσειράς.
Σε αντίθεση με άλλους διασυνοριακούς ποταμούς της χώρας μας, που πηγάζουν σε γειτονικές χώρες και εκβάλουν στην Ελλάδα, ο Αώος πηγάζει στα βόρεια του Μετσόβου και ακολουθώντας βορειοδυτική κατεύθυνση, εκβάλλει στην Αλβανία.
Στην Ελλάδα, όπου τροφοδοτείται από μια λεκάνη απορροής έκτασης 2.130 τετρ. χλμ., η διαδρομή του έχει μήκος 68 χλμ και μπορεί να χωριστεί σε τέσσερα τμήματα: την τεχνητή λίμνη των πηγών του Αώου, το κομμάτι από το κυρίως φράγμα των πηγών μέχρι τη Μονή Στομίου, τη Χαράδρα του Αώου από το μοναστήρι μέχρι την έξοδο του ποταμού στην πεδιάδα της Κόνιτσας και από εκεί μέχρι τα ελληνοαλβανικά σύνορα. Το πιο ενδιαφέρον, πάντως, κομμάτι του Αώου από οικολογική και αισθητική άποψη είναι εκείνο από το φράγμα των πηγών μέχρι την έξοδο της Χαράδρας.
Η άγρια ζωή
Ο Αώος βρίσκεται ανάμεσα σε δύο σημαντικές προστατευόμενες περιοχές, τους Εθνικούς Δρυμούς Πίνδου [Βάλια Κάλντα] και Βίκου-Αώου. Οι περιοχές αυτές, καθώς και τμήμα του Σμόλικα, έχουν χαρακτηριστεί επίσης "Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά", ενώ έχει προταθεί η ένταξή τους, μαζί με τη Βασιλίτσα, στο ευρωπαϊκό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000.
Κυρίαρχο είδος της δασικής χλωρίδας της περιοχής είναι η μαύρη πεύκη, που σχηματίζει επιβλητικά αμιγή και μεικτά δάση. Στα δάση αυτά, ανάλογα με το πέτρωμα, τις τοπικές κλιματικές συνθήκες, τον προσανατυολισμό και το υψόμετρο, δημιουργείται ένα πλού7σιο μωσαικό οικοσυστημάτων με εκπληκτική ποικιλία ειδών. Ιδιαίτερα εντυπωσιακά είναι τα μεικτά δάση της περιοχής Βωβούσας-Λάιστας-Βευσοχωρίου, όπου τα μαυρόπευκα συνυπάρχουν με την υβριογενή ελάτη, διάφορα είδη βελανιδιάς και σφενδάμου, ασημοφλαμουριές, οξιές, ρόμπολα σε μεγαλύτερα υψόμετρα και πολλά άλλα είδη.
Στις όχθες του ποταμού και των παραποτάμων του μπορεί να δει κανείς πλατάνια, σκλήθρα, ιτιές, πικροκαστανιές, καθώς και είδη που συνήθως απαντούν στα μεγαλύτερα υψόμετρα.
Τα δάση αυτά φιλοξενούν σημαντικούς πληθυσμούς καφετιάς αρκούδας και λύκου, ζαρκάδια, αγριόγατους, αγριογούρουνα, λαγούς, αλεπούδες, ασβούς και άλλα θλαστικά, πιθανόν και λύγκες. Στις όχθες του ποταμού και των παραποτάμων του μπορεί να συναντήσει κανείς βίδρες, ενώ στα πιο ψηλά και απόκρημνα μέρη αγριόγιδα.
Η πλούσια ορνιθοπανίδα της περιοχής περιλαμβάνει πολλά στρουθιόμορα και δασόβια είδη, ενώ μεγάλα αρπακτικά, όπως ο ασπροπάρης, ο χρυσαετός και ο φιδαετός, πετούν μεγαλόπρεπα πάνω από την κοιλάδα.
Στα νερά του κολυμπούν διάφορα είδη ψαριών, όπως η άγρια πέστροφα, ο γουρουνομύτης, το τσιρονάκι, ο πινδοβίνος ενδημικό του Αώου και το Pachychilon pictus, που βρίσκεται εδώ στο νοτιότερο μέρος εξάπλωσής του. Η παρουσία του νεροκότσυφα και της καραβίδας, δύο ειδών-οικολογικών δεικτών, υποδηλώνει την καθαρότητα του νερού.
Τοπίο και άνθρωπος
Πρόκειται για ένα μοναδικό δείγμα άγριας, σχεδόν ανέγγιχτης από τον άνθρωπο, φύσης. Το οπτικό πεδίο άλλοτε περιορίζεται από τα τοιχώματα των στενών φαραγγιών και άλλοτε απλώνεται μέχρι τις κορυφές των βουνών. Πηγές, μικρές ρεματιές και καταρράκτες, απότομα βράχια, γκρεμοί και ορθοπλαγιές, μικρά πλατώματα, πυκνό και συχνά αδιαπέραστο μεικτό δάσος και υγρόφιλα παρόχθια δάση, τεράστια μαυρόπευκα που γέρασαν, πέθαναν κι έπεσαν μόνα τους, ίχνη ζώων στα βράχια και στις αμμουδιές, αλλά και το ίδιο το ποτάμι, αλλού άγριο και ορμητικό και αλλού πιο ήρεμο και βαθύ, συνθέτουν ένα συναρπαστικό σύνολο άγριας ομορφιάς και ανεκτίμητης αξίας.
Το μεγαλείο της φύσης συνεχίζει να γιγαντώνεται στη Χαράδρα του Αώου, μέρος του Εθνικού Δρυμού Βίκου-Αώου, όπου εκτυλίσσεται ένα πραγματικό όργιο βλάστησης και θεαματικών γεωλογικών σχηματισμών. Στο βορρά τη Χαράδρα ορίζει ο Σμόλικας και κυρίως η απόκρημνη Τραπεζίτσα, ενώ στο νότο κυριαρχεί η επιβλητική, αλπική κορυφογραμμή της Γκαμήλας με τις τεράστιες ορθοπλαγιές της, ένα από τα ελάχιστα παγετωνικά τοπία της χώρας.
Ανθρώπινο έργο-στολίδι μέσα σ' αυτό το συναρπαστικό τοπίο, η Μονή Στομίου. Πιο κάτω, στο αναπάντεχο τελείωμα της Χαράδρας, ο λαικός μάστορας έστησε το 1870 το τεράστιο τόξο του γεφυριού της Κόνιτσας.
Η ανθρώπινη παρουσία υπήρξε αρκετά διακριτική μέχρι πρόσφατα. Οι οικισμοί βρίσκονται στα ψηλότερα σημεία της κοιλάδας Δεξιά συναντάμε τα χωριά τς Λάκκας του Αώου-Δίστρατο, Πάδες, Παλιοσέλλι, Αρματα. Αριστερά φωλιάζουν το Βρυσοχώρι, η Λάιστα, το Ηλιοχώρι. Μόνο τα σπίτια της Βωβούσας και το πέτρινο γεφύρι, έργο του 1748, καθρεπτίζονται στο ποτάμι.
Κύρια οικονομική δραστηριότητα είναι η δασική εκμετάλλευση και ακολουθεί η κτηνοτροφία. Οι διάφορες καλλιέργειες είναι περιορισμένης κλίμακας, ενώ το ρεύμα τουρισμού και αναψυχής συνεχώς αυξάνει.
Σε υψόμετρο 1.300 περίπου μέτρων, στο οροπέδιο των Πολιτσών, με τα μεγάλα υγρά λιβάδια περιτριγυρισμένα από λόφους γεμάτους οξιές και μαυρόπευκα, λειτουργεί εδώ και δέκα χρόνια το Υδροηλεκτρικό Εργο Πηγών Αώου της ΔΕΗ. Η κατασκευή ενός μεγάλου κι έξι μικρών φραγμάτων είχε ως αποτέλεσμα να σχηματιστεί μια τεχνητή λίμνη. Για να παραχθεί ενέργεια, το νερό εκτρέπεται από τη λίμνη στη λεκάνη του Μετσοβίτικου, παραπόταμου του Αραχθου. Η υψομετρική διαφορά, την οποία εκμεταλλεύεται το έργο, είναι 683 μ., το μεγαλύτερο ύψος υδατόπτωσης όλων των ελληνικών υδροηλεκτρικών έργων.
Το έργο αποτελεί σοβαρή παρέμβαση, καθώς κατέκλυσε μεγάλο μέρος του οροπεδίου αλλάζοντας το τοπίο και επέφερε σημαντική μείωση στην παροχή του ποταμού, που ουσιαστικά δεν υφίσταται μέχρι τη συμβολή του με το Αρκουδόρεμα.
Εκτεταμένες καταστροφές προκάλεσαν στην κοιλάδα οι δασικές πυρκαγιές του 2000. Σύμφωνα με τα αρμόδια δασαρχεία Κόνιτσας και Ιωαννίνων, κάηκαν τουλάχιστον 29.000 στρέμματα παραγωγικών δασών, από τα καλύτερα της ορεινής Ελλάδας. Με σκοπό την αποκατάστασή τους, οι καμένες εκτάσεις κηρύχθηκαν αναδασωτέες, ενώ απαγορεύτηκε η βόσκηση.
Γιώργος Ι. Πολίτης
National Geografic
*Kεντρική φωτογραφία: el.wikipedia.org