Ο Ζάμπι ταξίδεψε κάτω από φορτηγά, περπάτησε ανάμεσα από βουνά και καταγγέλλει ότι κακοποιήθηκε από συνοριοφύλακες για να βρει ένα ασφαλές...
Ο Ζάμπι ταξίδεψε κάτω από φορτηγά, περπάτησε ανάμεσα από βουνά και καταγγέλλει ότι κακοποιήθηκε από συνοριοφύλακες για να βρει ένα ασφαλές καταφύγιο.
«Μη μαλώσεις με κανέναν εδώ, ακόμη και αν σε κακοποιήσουν», ήταν η πρώτη συμβουλή που έδωσαν στον Ζάμπι όταν καταγράφηκε στο ΚΥΤ της Μόριας την άνοιξη του 2019.
Ήταν χαρούμενος που είχε καταφέρει να φτάσει στη Λέσβο. Ο Ζάμπι ήταν τότε 25 χρονών.
Κατάγεται από το Αφγανιστάν, όπου εργαζόταν ως computer engineer. Έφυγε από την πατρίδα του όταν οι Ταλιμπάν αποκεφάλισαν τους δύο μεγαλύτερους αδερφούς του, αφήνοντας τη μητέρα του σε κώμα, από το οποίο μέχρι και σήμερα δεν έχει ξυπνήσει.
Κουρασμένος από το ταξίδι, ο Ζάμπι αναζήτησε μία σκηνή για να περάσει το πρώτο βράδυ στο camp. Μέχρι τις 6 το απόγευμα δεν είχε βρει καμία και αποφάσισε να κοιμηθεί κοντά στην κλινική της Μόριας.
Στις 9 το βράδυ άκουσε φωνές. Ένα άγριο σκηνικό ξυλοδαρμού εκτυλισσόταν δίπλα του, με τον έναν από τους δύο εμπλεκόμενους να βγάζει μαχαίρι. Ο Ζάμπι απομακρύνθηκε. Αναζητώντας ένα ασφαλές μέρος να κοιμηθεί, εγκαταστάθηκε σε άλλο σημείo του camp.
Η αθλιότητα της Μόριας δεν άργησε να φανεί. Το επόμενο πρωί συνειδητοποίησε ότι η ουρά για το πρωινό είχε τρεις ώρες αναμονή. Κάποιος τον ενημέρωσε ότι θα έπρεπε να δαπανά τον ίδιο περίπου χρόνο για να πάρει το μεσημεριανό και το βραδινό του γεύμα, «αλλιώς δεν θα πάρεις τίποτα».
Το ίδιο θα έπρεπε να κάνει για να χρησιμοποιήσει τις τουαλέτες, να κάνει μπάνιο, να φορτίσει το κινητό του, να βγάλει λεφτά από την τράπεζα, να πλύνει τα ρούχα του. Σαν να μην έφτανε αυτό, η αστυνομία μιλούσε προσβλητικά στους αιτούντες άσυλο όσο περίμεναν να εξυπηρετηθούν, σύμφωνα με τον ίδιο.
Όμως η ταλαιπωρία δεν ήταν το μόνο πρόβλημα με την πολύωρη αναμονή στις ουρές. Κατά τη διάρκεια της διαμονής του εκεί, κάποιος εκμεταλλεύτηκε τον συνωστισμό για να κλέψει το κινητό από την τσέπη του, ενώ η απουσία του από τη σκηνή αποτέλεσε πρώτης τάξεως ευκαιρίας από άλλους διαμένοντες ώστε να κλέψουν τα υπάρχοντά του: λεφτά, παπούτσια, ρούχα, ακόμα και την κουβέρτα του.
Ο Ζάμπι υποστηρίζει πως κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία, όμως τίποτα δεν έγινε. Στο διάστημα που έμεινε στη Μόρια δέχτηκε και άλλες επιθέσεις, με τους δράστες να τον απειλούν με μαχαίρι.
«Κάθε βράδυ οι άνθρωποι τρελαίνονταν και αλληλοτραυματίζονταν με μαχαίρια. Στην Μόρια δεν υπήρχε Θεός. Ακόμα και ο Θεός θα ήθελε να πεθάνει εκεί. Η Μόρια ήταν ένα πολύ επικίνδυνο μέρος», λέει.
Το αίσθημα ανασφάλειας ενίσχυσε και η μεγάλη φωτιά που είχε ξεκινήσει από ένα container μέσα στο camp, στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2019. Μία μητέρα κι ένα παιδί είχαν βρεθεί απανθρακωμένοι.
Η πραγματικότητα της Μόριας είχε γίνει γι' αυτόν πλέον αφόρητη. «Ήμουν πολύ μπερδεμένος, δεν ήξερα τι να κάνω», λέει.
Τον Φεβρουάριο του 2020, ο Ζάμπι αποφάσισε να δραπετεύσει από τη Λέσβο και το camp.
ΟΖάμπι βρίσκεται στο εμπορικό λιμάνι της Μυτιλήνης, έξω από ένα κατάστημα που πουλάει προϊόντα made in China. Στο σώμα του αλείφει νερό αρωματισμένο από κρεμμύδια, κύμινο και πιπέρι. Το λιμάνι είναι γεμάτο με αστυνομικούς και εκπαιδευμένα σκυλιά και ο Ζάμπι θέλει πάση θυσία να καλύψει τη μυρωδιά του.
Στις τρεις τα ξημερώματα γλιστράει κάτω από ένα σταθμευμένο φορτηγό στο λιμάνι. Κρύβεται εκεί για ώρες, περιμένοντας το όχημα να επιβιβαστεί στο πλοίο με προορισμό την Αθήνα. Τα μπαχαρικά τελικά βοηθούν ώστε να μην εντοπιστεί από τις Αρχές.
Μετά από μισή ώρα βρίσκεται μέσα στο πλοίο. Τον παίρνει ο ύπνος κάτω από το φορτηγό.
Όταν ξυπνάει, έχει φτάσει στον Πειραιά.
Το όχημα κάτω από το οποίο κρύβεται βγαίνει από το πλοίο και σταθμεύει για 20 λεπτά στο λιμάνι. Ξετρυπώνει διακριτικά, χωρίς να τον καταλάβει κανείς. Στην προβλήτα πλένει το πρόσωπό του και βγάζει το δεύτερο παντελόνι που φορούσε για να μη λερωθεί από τα λάδια της μηχανής. Παίρνει ταξί και ζητά από τον οδηγό να τον αφήσει στην Πλατεία Βικτώριας.
Θα μείνει στον δρόμο, μαζί με άλλους πρόσφυγες που έχουν εγκατασταθεί ήδη εκεί, για δύο μέρες. Στόχος είναι να φτάσει στη Θεσσαλονίκη και από εκεί, μέσω της βαλκανικής οδού, να ταξιδέψει στην Ευρώπη.
Αγοράζει εισιτήριο για Θεσσαλονίκη. Εκεί εξετάζει τις επιλογές του για το επόμενο ταξίδι με προορισμό τα Βαλκάνια.
Διαβάστε περισσότερα στο www.vice.com